…οι αδύναμοι μας εξουσιάζουν
όχι οι δυνατοί
το υποτιθέμενο μας εξουσιάζει
όχι το ουσιώδες το πραγματικό το υπαρκτό…
Τόμας Μπέρνχαρντ (σελ. 54, Ρίττερ, Πριν το μεσημεριανό γεύμα)
Ο Τόμας Μπέρνχαρντ γεννήθηκε το 1931 στο Χέρλεεν της Ολλανδίας, πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας και το 1989 πέθανε στο Γκμούντεν της Αυστρίας. Από τα δεκαοκτώ του χρόνια αρχίζει και γράφει πυρετωδώς μυθιστορήματα, νουβέλες και θεατρικά, αποσπώντας σημαντικά γερμανικά και ευρωπαϊκά βραβεία. Θεωρείται μία από τις πλέον δυνατές μεταπολεμικές συγγραφικές φωνές, επηρεάζοντας πολλούς με την έντονη, αιχμηρή, εμπρηστική αφήγησή του, αλλά και με τη μουσικότητα της γραφής του.
Στο βιβλίο του Ρίττερ, Ντένε, Φος για ήρωές του επιλέγει τρία αδέλφια μιας μεγαλοαστικής οικογένειας, ενώ με τα ονόματα που τους δίνει –Ρίττερ, Ντένε, Φος– τιμά τρεις αγαπημένους του σύγχρονους Γερμανούς θεατρικούς πρωταγωνιστές: Ίζλε Ρίττερ, Κρίστεν Ντένε και Γκερτ Φος. Και το σκηνικό εντός του οποίου όλα θα διαδραματιστούν είναι το σπίτι της μεγαλοαστικής οικογένειας της Βιέννης στο Ντέμπλινγκ.
Δύο αδελφές, η Ντένε, μεγαλύτερη, και η μικρότερη Ρίττερ, βρίσκονται στην τραπεζαρία και ετοιμάζουν το μεσημεριανό γεύμα για την επιστροφή του αδελφού τους, Λούντβιχ, ύστερα από τρεις μήνες απουσίας του. Ήταν εσώκλειστος στην ψυχιατρική Κλινική Στάινχοφ, και τώρα τα τρία αδέλφια θα βρεθούν και πάλι μαζί. Στους τοίχους της τραπεζαρίας τα επιβλητικά πορτρέτα των γονέων τους μοιάζουν ακόμη και τώρα, μετά τον θάνατό τους, να τους επιτηρούν, ενώ σερβίτσια Limoges γίνονται οι βάσεις των εδεσμάτων και αργότερα τα θρύψαλα των συγκρούσεών τους. Υπόγειες σχέσεις τούς φέρνουν και πάλι αντιμέτωπους με το παρελθόν τους, με το μίσος προς τους γονείς, τις τέχνες, το θέατρο, τη μουσική και τη φιλοσοφία. Νιώθουν μίσος και απέχθεια ακόμη και για όλον αυτό τον πλούτο που έχουν από τους γονείς τους, ο οποίος, αντί να τους ισχυροποιεί, τους αποδυναμώνει. Τους ισοπεδώνει. Τους εκμηδενίζει, γιατί δεν έχουν καταφέρει τίποτα οι ίδιοι. Ωστόσο, τους δίνει τη δυνατότητα της χλιδής και της σπατάλης στην καθημερινότητά τους και χρόνο για ανούσια και απαξιωτική φλυαρία.
Νιώθουν μίσος και απέχθεια ακόμη και για όλον αυτό τον πλούτο που έχουν από τους γονείς τους, ο οποίος, αντί να τους ισχυροποιεί, τους αποδυναμώνει.
Και οι τρεις δεν είναι μόνο εναντίον των γονέων, του συστήματος, της τέχνης, της φιλοσοφίας… είναι και ο καθένας εναντίον του άλλου, όντες ταυτόχρονα ο καθένας εναντίον του εαυτού του. Οι σχέσεις τους επιφανειακές, διαστροφικές, καταστροφικές και υποκριτικές, δεν αφήνουν την πραγματικότητα να βγει στην επιφάνεια. Να ελευθερωθούν. Καταφεύγουν σε αυτό το μοτίβο ύπαρξης, με αποτέλεσμα η τρέλα και η ψυχιατρική Κλινική Στάινχοφ για τον Λούντβιχ να γίνεται μια φυγή, ένα καταφύγιο, το οποίο δίνει νόημα και προγραμματισμό στη ζωή του, όπως γίνεται το θέατρο για τις αδελφές του. Ήταν θεατρίνες όταν ήθελαν, λόγω του κληρονομικού δικαιώματος του 51% μιας σημαντικής θεατρικής αίθουσας που είχαν από τον πατέρα τους.
«…οι πρωταγωνιστές δρουν με ένταση, ενέργεια και υπερβολή, προκειμένου να αποδώσουν την έλλειψη της λογικής και του μέτρου, για να περιγράψουν επίσης και την υποκρισία στις ανθρώπινες σχέσεις, τον καλό και κακό εαυτό τους, εναποθέτοντας την ευθύνη στους γονείς τους, οι οποίοι τους διαμόρφωσαν καταστρέφοντας/διαφθείροντας τις μεταξύ τους, αλλά και τις γύρω σχέσεις τους…» είχα γράψει για την παράσταση, όταν τον περασμένο χειμώνα στο Θέατρο Καρόλου Κουν είχα την τύχη να δω το βιβλίο να ζωντανεύει μπροστά στα μάτια μου, σε σκηνοθεσία Μαρίας Πρωτόπαππα και με τη Λουκία Μιχαλοπούλου, τη Στεφανία Γουλιώτη και τον Αργύρη Ξάφη στους αντίστοιχους ρόλους. Εκεί φάνηκε και η ακουστική αρτιότητα και συνοχή της μετάφρασης του κειμένου, την οποία υπογράφει ο Γιώργος Δεπάστας.
Ο Τόμας Μπέρνχαρντ χωρίζει το βιβλίο του Ρίττερ, Ντένε, Φος σε τρία μέρη. Πριν από το μεσημεριανό γεύμα, κατά τη διάρκεια και μετά. Με δύναμη λόγου και εξαιρετική μαεστρία, μέσα από επαναστατικούς και ταυτόχρονα απαξιωτικούς μονολόγους των ηρώων, σκιαγραφεί το συναισθηματικό τέλμα στο οποίο ζουν αυτά τα τρία μικρά/μεγάλα παιδιά, «βιασμένα» και διεφθαρμένα από τις καταπιεστικές αλλά και υποκριτικές οικογενειακές τους σχέσεις, με υπαρκτά τα παιδικά τραύματά τους που ακόμη διαμορφώνουν τους χαρακτήρες τους, καθιστώντας τους ανίκανους να ολοκληρώσουν ή να αλλάξουν κάτι.
Ο Γιώργος Δεπάστας καταφέρνει μέσα από πάλλουσα, ζωντανή μετάφραση να μεταφέρει άριστα την ενέργεια, την ένταση, την τρέλα, τον θρίαμβο και την απαξίωση των ιδεών, της μουσικής, της τέχνης, καθώς και τις μεταπτώσεις του ψυχισμού των ηρώων, οι οποίοι μέσα από την υποκρισία, την αθωότητα και το ψέμα μικρών παιδιών κατακρεουργούν τη ζωή τους, έτσι όπως ακριβώς την αποτύπωσε η δυναμική γραφή του Τόμας Μπέρνχαρντ.
Ωστόσο, με το έργο του αυτό ο Μπέρνχαρντ, πέρα απ’ το μεγάλο θέμα των υποκριτικών οικογενειακών σχέσεων, αλληγορικά μιλά για την υποκρισία και τη συμμετοχή της Αυστρίας στα εγκλήματα του Γ’ Ράιχ.
…ν’ ανοίξει η γη να την καταπιεί
αυτή την απαίσια πατρίδα.
Ύστερα σκέπτομαι πάλι
πως δεν έχουμε άλλη καλύτερη…
(σελ. 145, Λούντβιχ)
Ρίττερ, Ντένε, Φος
Thomas Bernhard
μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας
Κριτική
168 σελ.
ISBN 978-960-586-332-6
Τιμή €11,00
Ημερομηνία: 02.11.20
Πηγή: diastixo.gr