Γιάννης Ξανθούλης: «Την Κυριακή έχουμε γάμο»

Ο Ιορδάνης Λεοντίου, του Αντώνη και της Άννας, στα εβδομήντα τρία του μπήκε στο τρένο με τη βεβαιότητα πως τραβά προς τον Βορρά. Είχε δύο παιδιά. Τη Φαίδρα, γιατρό, που έμενε με την εγγονή του Βικτώρια. Είχε και έναν γιο, τον Αντώνη, τραπεζικό, που με τη σειρά του είχε γιο τον άλλο εγγονό του, τον Λουκά. Όμως, η εγγονή του Βικτώρια, η κόρη της Φαίδρας, ήταν η καλύτερή του παρέα. Της έλεγε ιστορίες από τη ζωή όλων γύρω του, από τότε που ήταν και αυτός παιδί. Για τη μάνα του Άννα, τον εξαφανισμένο για δέκα χρόνια πατέρα του και τις αναζητήσεις που έκανε γι’ αυτόν καθημερινώς μέσω ραδιοφώνου ο Ερυθρός Σταυρός. Της διηγούνταν για όλους όσοι ήταν γύρω του – για το ταξίδι που έκανε με τη μαυροφορεμένη εδώ και δέκα χρόνια μάνα του, για να παραβρεθούν στον γάμο της ετοιμόγεννης ξαδέλφης του από την οικογένεια του πατέρα του στη Μακρινή. Είχε αυτή την ικανότητα, να διηγείται τις ιστορίες κάπως μεταλλαγμένες και πασπαλισμένες με τη χρυσόσκονη των παραμυθιών. Ο Ιορδάνης, αυτό το αμίλητο μικρό παιδί, με τα χρόνια είχε εξελιχθεί σ’ έναν μαγικό παντογνώστη και παραμυθά. Έτσι φάνταζε στα μάτια της μικρής Βικτώριας ο παππούς Ιορδάνης. Και αυτή σαν σφουγγάρι απορροφούσε τις ιστορίες με τις οποίες την πότιζε. Στον εγγονό του τον Λουκά άρεσε ιδιαίτερα η ιστορία με την ιπτάμενη γάτα, και της Βικτώριας άρεσε πολύ η ιστορία για τον ανθό της παιωνίας που φύτρωνε στις χαράδρες της Μακρινής, έχοντας ένα μαγικό χρώμα και άρωμα ενώ ταυτόχρονα γινόταν και αιτία θανάτου. Ωστόσο, ο ανθός αυτού του λουλουδιού είχε και θεραπευτικές ιδιότητες. Ήταν άραγε πραγματικότητα ο ανθός της παιωνίας; Ή μήπως ήταν και αυτό ένα παραμύθι του παππού;

Ο Γιάννης Ξανθούλης με εικόνες θωπευτικές χαλαρώνει και δροσίζει τον αναγνώστη σαν ήπια βροχή, μέχρι που έρχεται η φυγή του παππού με μια βαλίτσα στο χέρι για να αλλάξει το σκηνικό και να τα ανατρέψει όλα. Επίσης, ωραίες παρομοιώσεις γοητεύουν τον αναγνώστη, ενώ η θλίψη και ο πόνος υποβόσκουν. Γλαφυρός και ρεαλιστής παραμένει, ωστόσο, τρυφερός και ανατρεπτικός μέσα από το τόσο ιδιαίτερο χιούμορ που τον χαρακτηρίζει.

Ήταν Δευτέρα, όταν ετοίμασε τη βαλίτσα του για να φύγει για τη Μακρινή. Στο μυαλό του υπήρχε μόνο μια σκέψη σαν προτροπή: «Την Κυριακή έχουμε γάμο…». Μπήκε στο τρένο όντας σίγουρος πως τραβούσε προς βορράν…

Ο Γιάννης Ξανθούλης στο βιβλίο του Την Κυριακή έχουμε γάμο, με δύο διαφορετικούς τρόπους γραφής – η αφήγησή του εναλλάσσεται μεταξύ ενήλικα και μικρού παιδιού– αποτυπώνοντας τις δύο διαφορετικές ηλικίες του Ιορδάνη. Την ωριμότητά του, όπου παππούς, πλέον, αφηγείται ιστορίες στα εγγόνια του, αλλά και την παιδική του ηλικία. Οι δύο αυτοί ηλικιακοί αφηγηματικοί άξονες αφορούν ο μεν ένας το γήρας με τις παραξενιές/καμώματα του εβδομηντατριάχρονου Ιορδάνη, ο δε δεύτερος, όντας και το μεγαλύτερο σώμα της αφήγησης, αφορά το ταξίδι του τότε δεκάχρονου Ιορδάνη με τη μητέρα του για τον γάμο της εξαδέλφης του στη Μακρινή. Δεν είναι μόνο αφηγηματικά που κινείται ηλικιακά σε δύο πόλους, είναι και η ταχύτητα της γραφής/αφήγησης που αλλάζει. Οι παρομοιώσεις και παρατηρήσεις του γέροντα πονεμένου αλλά και σοφού πλέον Ιορδάνη δείχνουν όχι μόνο την ηλικία του ήρωα αλλά αναδεικνύουν και την ωριμότητα της γραφής του συγγραφέα με τη διαφορετική του ματιά πάνω σε ανθρώπους και καταστάσεις, προβάλλοντας την παραίτηση του ήρωα από τα περιττά και εστιάζοντας στα ουσιώδη. Το πέρασμα του χρόνου δίδαξε τον ήρωα την ομορφιά και την αξία που έχουν τα ουσιώδη. Όμως, μοιάζει να μην του αρέσει του Ιορδάνη μόνο αυτό, και έχοντας διατηρήσει ακόμη και λίγη από την «τρέλα» μιας ανώριμης παιδικότητας οδηγείται στη φυγή. Μοιάζει να είναι μια έντονη επιθυμία του για επιστροφή στη ζωή. Σαν να θέλει να την ξαναζήσει από την αρχή. Από τότε που ήταν δέκα χρονών.

Ο δεύτερος αφηγηματικός πόλος είναι πιο ταχύς και η χρονική του αφετηρία είναι η στιγμή που με τη μητέρα του φεύγουν για να παραβρεθούν στον γάμο. Οι ήρωες εμφανίζονται να τρέχουν να προλάβουν να ζήσουν και να αρπάξουν τα πάντα σε μια Ελλάδα που γεννιέται, απλώνεται γεμάτη τραύματα αλλά και ευκαιρίες και που μέσα από αυτές εξελίσσεται, γεννώντας το αύριο. Την Ελλάδα της δεκαετίας του ’50. Εκεί ένα αλλοπρόσαλλο κοινό αυτό του γάμου απεικονίζει την άλλοτε μαυρόασπρη και άλλοτε έγχρωμη συντηρητική εικόνα της κοινωνίας εκείνης της εποχής που εμφανίζεται, σαν την ταινία του Κουστουρίτσα Άσπρος γάτος, μαύρος γάτος. Ήρωες και περιστατικά μοιάζουν σαν φάρσα ενός κωμικοτραγικού περιφερόμενου θεατρικού θιάσου, όπου όλα τα θαύματα και τραύματα μπορούν να συμβούν. Μια κοινωνία άγρια, βάρβαρη, με τύπους γραφικούς, αλλά ενωμένη. Γιατί, την Κυριακή έχει γάμο!

Ο Γιάννης Ξανθούλης με εικόνες θωπευτικές χαλαρώνει και δροσίζει τον αναγνώστη σαν ήπια βροχή, μέχρι που έρχεται η φυγή του παππού με μια βαλίτσα στο χέρι για να αλλάξει το σκηνικό και να τα ανατρέψει όλα. Επίσης, ωραίες παρομοιώσεις γοητεύουν τον αναγνώστη, ενώ η θλίψη και ο πόνος υποβόσκουν. Γλαφυρός και ρεαλιστής παραμένει, ωστόσο, τρυφερός και ανατρεπτικός μέσα από το τόσο ιδιαίτερο χιούμορ που τον χαρακτηρίζει. Έτσι δίνει σφρίγος στη γραφή του, διατηρώντας συνεχές το ενδιαφέρον του πιστού του αναγνώστη, ο οποίος στο βιβλίο αυτό διαπιστώνει την εξέλιξη και την ωριμότητα της δικής του γραφής. Αυτή εντοπίζεται στην ουσία των νοημάτων, τις λεπτομέρειες και το πλάσιμο των ηρώων καθώς και στην απλότητα με την οποία εμβαθύνει σε κάθε στιγμή. Έτσι χτίζει έναν ολόκληρο κόσμο μικρό και καθημερινό, σαν τον κόσμο τον δικό μας, με άρωμα παλιομοδίτικο μιας άλλης εποχής που μέσα του χωρά και έναν άλλο παράλληλο κόσμο, αυτόν του σήμερα. Ελίσσεται με άνεση συγγραφική και στις δύο εποχές αποδεικνύοντας την καταπληκτική του παρατηρητικότητα. Πλήρης συναισθημάτων και εικόνων, επιλέγει ήρωες απλούς και καθημερινούς για να μπορέσουμε και εμείς να περπατήσουμε μέσα στις αράδες του, αφού κάποια από αυτά τα έχουμε ζήσει. Αυτό πιστεύω πως είναι το στοιχείο που κάνει τη γραφή του ξεχωριστή. Το πώς διηγείται με τέχνη και πάθος εμάς, για εμάς.

Ο χρόνος, και αυτός παρών, παίζει τα παιγνίδια του κάνοντας παρόν και παρελθόν να σμίγουν συνεχώς και να ορίζει συναισθήματα, πράξεις και εξελίξεις.

Όλο το βιβλίο μοιάζει σαν μια τοιχογραφία μιας κοινωνίας που ζωντανεύει βγαίνοντας από την κορνίζα ενός πίνακα ναΐφ, όπως ακριβώς παρουσιάζεται και στο εξώφυλλό του, φιλοσοφώντας και ερωτώντας: τι είναι η ζωή; Και ο Ιορδάνης ν’ απαντά: Απλά, ένα παραμύθι! Ένα ταξίδι στη Μακρινή, γιατί την Κυριακή έχουμε γάμο!

Την Κυριακή έχουμε γάμο
Γιάννης Ξανθούλης
Διόπτρα
376 σελ.
ISBN 978-960-364-934-2
Τιμή: €15,50

Ημερομηνία: 01.11.17
Πηγή: diastixo.gr