Στο βιβλίο του Νίκου Δαββέτα με τον τίτλο, «Άντρες χωρίς άντρες», δύο φίλοι από τα δεκαπέντε τους μαζί, μοναχογιοί, γεννημένοι και οι δύο τον Δεκέμβριο της δεκαετίας του ’60 αφηγούνται. Αφηγούνται, τη ζωή τους με τη ζωή ενός εκ των δύο πατέρων, του Χρήστου Λώλη, να κατέχει την πρωταγωνιστική θέση. Το εναλλασσόμενο χρονολογικό και πολιτικό σκηνικό των αφηγήσεων αρχίζει να εκτείνεται από το τώρα -οικονομική κρίση- φθάνοντας στο τότε, τα Δεκεμβριανά. Σκηνικό, το οποίο δεν εμφανίζεται για να γίνουν πολιτικές τοποθετήσεις, οι οποίες ωστόσο χωρίς έμφαση και πολιτικούς φανατισμούς περνούν πολύ διακριτικά, αλλά μοιάζει να έρχονται για να περιγράψει ο συγγραφέας τα κοινωνικά περιθώρια που διαμόρφωσαν τις καταστάσεις που οι ήρωές του έζησαν: τις στερήσεις, το κυνηγητό των πολιτικών πεποιθήσεων, το φόβο, την παρατεταμένη εφηβεία, την απόρριψη και το διωγμό για τις προσωπικές ιδιαιτερότητες, τις στιγμιαίες ελευθερίες και χαρές, τους συμβιβασμούς, τις εξώσεις όχι μόνο από τα σπίτι αλλά και από τη ζωή, τις αποτυχίες στον αγώνα επιβίωσης, τον αγώνα της συντροφικότητας που οδηγούσε στο να ανήκουν κάπου έστω και σε μια οικογένεια, τον ανταγωνισμό, τη φθορά, την ομολογία, τη φυγή σαν διέξοδο από την έλλειψη τόλμης, την ωριμότητα που παρέμενε ακόμη αναμενόμενη….

 

Έμπνευση και βάση για το μυθιστόρημα αυτό, όπως αναφέρει ο συγγραφέας (σελ.239) στάθηκε, «Μια αναφορά. Κι εκείνη αβέβαιη, σε αποχαρακτηρισμένο έγγραφο της Ασφάλειας από την περίοδο της δικτατορίας, «….στις παρακολουθήσεις φοιτητών συμμετείχε και ο Χ.Λ. έμμισθος συνεργάτης της υπηρεσίας που αποτάχθηκε λόγω ομοφυλοφιλίας…» και χωρίς ο συγγραφέας να έχει άλλα στοιχεία για τη ζωή του, τον ονομάζει Χρήστο Λώλη, και μέσα από την δική του μυθοπλαστική δεινότητα, τον τοποθετεί στο κέντρο των αφηγήσεων ζωντανεύοντας τον ίδιον, την κοινωνία, την πορεία της ζωής του όπως και των γύρω από αυτόν.

 

Η πολιτική παραμένει σταθερά ένας από τους πόλους των βιβλίων του συγγραφέα-το έχουμε συναντήσει και σε άλλα βιβλία του- δημιουργώντας όχι μόνο το βάθος στο σκηνικό της ζωής των ηρώων, αλλά δίνοντας ταυτόχρονα τις πληροφορίες για την εποχή που θα διαμορφώσει τη ζωή τους. Ο Νίκος Δαββέτας, με πλούτο επιλεγμένων λέξεων και χαμηλών τόνων έκφραση, χωρίς να περισσεύει κάτι, κάνει τη γραφή του συμπαγή και ανάγλυφη, δίνοντας σάρκα και οστά στους ήρωές του. Αν καιη απόσταση από το κείμενο και ο ρεαλισμός χαρακτηρίζουν τη γραφή του, ωστόσο, η αντανάκλασή της δίνει στον αναγνώστη το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Το να μην αφήνει ο συγγραφέας το συναίσθημα να υπερκαλύψει τα γεγονότα γεμίζοντας ταυτόχρονα συναισθήματα τον αναγνώστη, είναι υψηλή τέχνη! Και ο Νίκος Δαββέττας την κατέχει. Επίσης, σε πολλά σημεία η γραφή του χρωματίζεται και αλλάζει γίνεται ποιητική και απλώνεται σαν βελούδο στις σελίδες, με αφανές το κέντημα της σφηκοφωλιάς, όπου στις πτυχώσεις της θα κρύψει, τα μυστικά της ζωής των ηρώων.

 

Κι όταν ο Χρήστος Λώλης, σ’ ένα εξομολογητικό παραλήρημα -μετά το δεύτερο εγκεφαλικό- κάνει γνωστή στο γιό του όχι μόνο την κυνηγημένη του ζωή, τού κάνει γνωστή και την ιδιαιτερότητά του, έρχεται ο γιός του πολλές σελίδες μετά, με τον ρεαλισμό απέναντι στη ζωή με τον οποίον τον ενδύει ο συγγραφέας, να σταθεί μόνο στον τόσο σημαντικό ρόλο που συμπυκνώνεται στη λέξη: πατέρας. Τη λέξη αυτή, που συγχωρούσε, επούλωνε και γιάτρευε κάθε παιδικό τραύμα και ουλή. Αυτό, είναι ένα σημαντικό και συγκινητικό κομμάτι στο βιβλίο, όπου ο συγγραφέας μέσα από την υπέρβαση του ήρωά του, προτείνει γενικώς την αναγνώριση αυτού του προσωπικού δικαιώματος αλλά προτείνει παράλληλα και τη συγχώρεση σε κάθε πατέρα, κι ας ήταν η παρουσία/συμμετοχή διαφορετική και ελλιπής.

 

Ο Νίκος Δαββέτας με την τέχνη της παράλληλης και επικαλυπτόμενης αφήγησης -μια πολύ δύσκολη τεχνική- κρατά δέσμιο τον αναγνώστη κάνοντάς τον πολλάκις ν’ αναρωτιέται: «και τώρα, ποιος μιλά; ποιος κλέβει τη ζωή του άλλου;», θαυμάζοντας ταυτόχρονα το συγγραφικό του ταλέντο. Δεν είναι αξιοθαύμαστη μόνο η φαντασία του συγγραφέα, η οποία με μία μεμονωμένη πληροφορία μπορεί να γεννά και να ζωντανεύει με κάθε λεπτομέρεια ήρωες και εποχές, αλλά είναι και η τέχνη της παρουσίασης και ολοκληρωμένης πλοκής και εμπλοκής όλων.

 

Στο βιβλίο του Νίκου Δαββέτα, Άντρες χωρίς άντρες, υπάρχουν: δύο παράλληλες και επικαλυπτόμενες διαφορετικές αφηγήσεις, δύο διαφορετικών πατέρων γιοί, ένας πατέρας, διαφορετικές γενιές, και που όλα αυτά μαζί συνθέτουν την άρτια δομή ενός βιβλίου, το οποίο για όλα τα παραπάνω συγγραφικά χαρίσματα θα το δούμε να καταχωρείται, στα κλασσικά της σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας.

 

Το «Άνδρες χωρίς άνδρες» είναι ένα βιβλίο του σήμερα το οποίο θα αγαπήσετε για τη γραφή του και γιατί θα σας κάνει να δείτε τη ζωή με δυναμισμό, κατανόηση και αποδοχή. Μας το προτείνει κι ο συγγραφέας:

«Πρώτη αποστολή είναι η επιβίωση»